Retro Stories

Η πρώτη ελληνική «παράσταση» του Βασίλη Χατζηπαναγή στην... εξορία της Βέροιας! (video)

Η πρώτη ελληνική «παράσταση» του Βασίλη Χατζηπαναγή στην... εξορία της Βέροιας! (video)
Ο Βασίλης Χατζηπαναγής υπήρξε για το ελληνικό ποδόσφαιρο ο δικός του Μαραντόνα, ο δικός του Μέσι, έστω κι αν ο ίδιος έχει αποτάξει αυτούς τους χαρακτηρισμούς. Ήταν 7 Δεκεμβρίου του 1975, όταν ο «Βάσια» έδινε την πρώτη του... παράσταση στα ελληνικά γήπεδα με τη φανέλα του Ηρακλή και παρότι έμεινε στην ιστορία ως αυτός που γέμιζε το Καυτατζόγλειο κάθε Κυριακή από... μάρτυρες των εμπνεύσεων του, στο ντεμπούτο του βρήκε τον Γηραιό «εξόριστο» στη Βέροια!
Το ημερολόγιο δείχνει 7 Δεκεμβρίου του 1975. Ο Βασίλης Χατζηπαναγής βρίσκεται στην Ελλάδα από τις 22 Νοεμβρίου για λογαριασμό του Ηρακλή και με μία μικρή καθυστέρηση λόγω ενός μικροτραυματισμού, πραγματοποιεί το ντεμπούτο του με τη φανέλα του «Γηραιού» απέναντι στον Ατρόμητο δύο εβδομάδες μετά την άφιξή του.

Λίγοι μπορούσαν να φανταστούν σε τι είδους καριέρα δινόταν αφετηρία εκείνη την ημέρα, παρότι η μεταγραφή του είχε προκαλέσει ενθουσιασμό, αποτελώντας τον έτερο πόλο έλξης εκείνου του Σαββατοκύριακου, όπου Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός κοντράρονταν. Άλλωστε αυτό είναι κάτι που αποδεικνύεται από το γεγονός πως ενώ ο Ηρακλής αγωνιζόταν στο γήπεδο της Βέροιας λόγω τιμωρίας, περίπου 3.000 οπαδοί του μετέβησαν στην πρωτεύουσα της Ημαθίας για να παρακολουθήσουν για πρώτη τους φορά το νέο αστέρι της ομάδας τους. 


Ο Χατζηπαναγής φρόντισε να δείξει με το... καλημέρα μερικά ψήγματα του τεράστιου ταλέντου του. Ήταν αρκετά για να μην ηττηθεί η ομάδα του, αν και βρέθηκε πίσω στο σκορ από νωρίς, χάρις το γκολ του Μπεργελέ. Αρχικά, μέσω μιας κίνησης που έμελλε να γίνει σήμα κατατεθέν του παιχνιδιού του, άδειασε πέντε αντιπάλους, μοίρασε την μπάλα στον Τάκη Νικολούδη, αλλά αυτός από πλεονεκτική θέση αστόχησε. Επανέλαβε την ίδια φάση λίγο αργότερα και προσπάθησε να την τελειώσει μόνος του, αλλά η μπάλα απομακρύνθηκε πάνω στη γραμμή.
 
Όπως σημειώνεται στον Τύπο της εποχής, ο κόσμος στις κερκίδες αναγνώρισε αμέσως την αξία του Χατζηπαναγή, την ώρα που μερικοί συμπαίκτες του έμοιαζαν δυσαρεστημένοι από το γεγονός ότι ο συμπαίκτης τους ξεχώριζε σε τέτοιον βαθμό. Είτε ισχύει, είτε όχι, οι αντίπαλοι δεν κατάφεραν να τον περιορίσουν. Στο 82ο λεπτό εκτέλεσε κόρνερ, υπήρξε χέρι και ο Γκέσιος έγραψε το 1-1 από την «άσπρη βούλα» ως τελικό σκορ της αναμέτρησης.

Ωστόσο, για να καταφέρει να παρουσιαστεί ο Βασίλης Χατζηπαναγής, εκείνη την ημέρα στο γήπεδο της Βέροιας, ο δρόμος δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα. Αντιθέτως, χρειάστηκαν πολύ μεθοδικές κινήσεις, με υπομονή και επιμονή από τους ανθρώπους του Ηρακλή, για να ντυθεί στα «κυανόλευκα». 
 

Η επιμονή, η υπομονή και η μεθοδικότητα, νίκησαν τα χρήματα!

Σε ηλικία 21 ετών, ο Βασίλης Χατζηπαναγής ήταν ήδη ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα του ποδοσφαίρου της ΕΣΣΔ. Με τη φανέλα της Παχτακόρ οργίαζε, αναγκάζοντας τον Τύπο της εποχής να τον παρουσιάζει ως το αντίπαλο δέος του Όλεγκ Μπλαχίν. Άλλωστε, είχε συνεισφέρει τα μέγιστα, σκοράροντας μάλιστα, σε εκείνη τη μνημειώδη νίκη της ομάδας του με 5-0 επί της Ντιναμό Κιέβου το 1975, η οποία είχε κατακτήσει το Κύπελλο Κυπελλούχων, αλλά και το Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ, ταπεινώνοντας την πανίσχυρη Μπάγερν Μονάχου των Μίλερ, Ρουμενίγκε, Μπεκενμπάουερ και Μάιερ.
f 431

Στην Ελλάδα αναζητούσε μία καλύτερη τύχη, με το συναίσθημα να τον παρακινεί να μεταβεί σε αυτήν, αφού μεγάλωσε ακούγοντας τις ιστορίες της Κωνσταντινουπολίτισσας μητέρας του, αλλά και του Κύπριου πατέρα του, που αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν για το σημερινό Ουζμπεκιστάν μετά τον εμφύλιο, ως πολιτικοί πρόσφυγες. Όπως γίνεται αντιληπτό, η μετακίνησή του μόνο εύκολη υπόθεση δεν ήταν. 
 
Ο πατέρας του όφειλε να πάρει βίζα για να έρθει στην Ελλάδα, κάτι που ακόμη και μετά την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος δεν ήταν εύκολο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός, πως ο Ολυμπιακός εξέφρασε πρώτος ενδιαφέρον για την απόκτησή του, προσφέροντας το υπέρογκο ποσό -για την εποχή- των 10 εκατ. δραχμών. Η προσπάθεια, όμως, δεν απέδωσε «καρπούς». Με μεθοδικές κινήσεις του Ηρακλή και συγκεκριμένα του τότε προέδρου του, Νίκου Ατματσίδη, ωστόσο, βρέθηκε η «χρυσή» τομή, ώστε ο Βασίλης Χατζηπαναγής να έρθει στην Ελλάδα μαζί με τον πατέρα του (αργότερα ακολούθησε και η μητέρα του), ως πολιτικός πρόσφυγας, για λογαριασμό του «Γηραιού»!
 
Σύμφωνα με τον τότε πρόεδρο του Ηρακλή, οι Πειραιώτες προσπάθησαν να τον πείσουν να τους τον παραχωρήσει: «Ο παππούς (δηλαδή ο Νίκος Γουλανδρής) προσφέρει δέκα εκατομμύρια». Η απάντηση του Ατματσίδη ήταν αφοπλιστική: «Θα πλακωθούμε εδώ και θα μας βρουν στη... Σιβηρία!»
 
Εν τέλει, στις 22 Νοεμβρίου του 1975, έχοντας ολοκληρώσει τις αγωνιστικές του υποχρεώσεις με την Παχτακόρ, επιβιβάστηκε στο τρένο, στην αμαξοστοιχία 225 και μετά από δυόμισι ημέρες ήταν στη Θεσσαλονίκη. Πριν φτάσει στην πόλη τα ξημερώματα εκείνου του Σαββάτου, στον πρώτο μεθοριακό σταθμό, αυτόν της Ειδομένης, συγκεντρώθηκαν περισσότεροι από 1.500 οπαδοί του Ηρακλή, για να υποδεχθούν και κυρίως να... διαβεβαιωθούν πως ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρο της εποχής, έφτανε στην Ελλάδα για λογαριασμό της ομάδας τους!
f 131 

F 233

Το «ανεκπλήρωτο» κεφάλαιο της Εθνικής Ελλάδας

Αναμφισβήτητα, ένα από τα μεγαλύτερα «παράπονα» τόσο του ίδιου του Βασίλη Χατζηπαναγή, όσο και των Ελλήνων φιλάθλων, ήταν το γεγονός πως δεν φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδας σε επίσημη αναμέτρηση. Εκτός από παράπονο, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ένα μεγάλο ερωτηματικό, αφού αν στις τότε ταλαντούχες φουρνιές του ελληνικού ποδοσφαίρου είχε προστεθεί και ο Βασίλης Χατζηπαναγής, κανείς δεν ξέρει που θα μπορούσε να φτάσει το εθνικό μας συγκρότημα.
 
Εν τέλει, χρίστηκε μόλις μία φορά διεθνής, σε ένα φιλικό με την Πολωνία τον Μάιο του 1976, αφού η συμμετοχή του με την Ολυμπιακή ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης, δημιουργούσε κώλυμα. Οι αρμόδιοι της ΕΠΟ δεν κυνήγησαν ποτέ με θέρμη και έξυπνο τρόπο την υπόθεση, με τον ίδιο τον «Βάσια» να θεωρεί πως υπό τον μανδύα της «απροθυμίας των σοβιετικών και της γραφειοκρατίας», κρύβονταν βαθύτερα αίτια που πήγαζαν από τα πολιτικά φρονήματα του πατέρα του. 
f7f8c4727a011019fe43a7eaa92bf9a5_L.jpg

«Είναι πολύ μεγάλη αδικία να μην μπορείς να αγωνιστείς στην εθνική ομάδα της πατρίδας σου. Με βασανίζει αυτό το θέμα από όταν ήρθα στην Ελλάδα. Δυστυχώς, οι πόρτες είναι κλειστές. Έχω εξηγήσει δύο φορές την κατάσταση στους ανθρώπους της σοβιετικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας και είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν. Ελπίζω να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες και να λυθεί το πρόβλημα»
 ανέφερε στον Ριζοσπάστη, στις 17 Οκτωβρίου του 1982. Τελικά δεν λύθηκε ποτέ. Αρκέστηκε σε 21 λεπτά συμμετοχής, στο προς τιμήν του φιλικό, εννέα χρόνια μετά την απόσυρσή του, όταν η Ελλάδα φιλοξένησε τη Γκάνα στο Καυτατζόγλειο στις 14 Δεκεμβρίου του 1999.
 

Το γεγονός πως δεν αγωνίστηκε ποτέ σε επίσημο παιχνίδι με την Εθνική Ελλάδας αφήνει ένα μεγάλο «αν» για το πού θα μπορούσε να είχε φτάσει το εθνικό μας συγκρότημα με τον Βασίλη Χατζηπαναγή στις τάξεις του. Από την άλλη πλευρά, το Κύπελλο Ελλάδας το 1976, οι 281 εμφανίσεις και τα 62 γκολ με τη φανέλα του Ηρακλή, έως το 1990 που αποσύρθηκε, μα πάνω από όλα οι μαγικές ενέργειες που κατέγραψαν -ευτυχώς- οι κάμερες της εποχής, δεν αφήνουν ερωτηματικά για τις ικανότητές του. 
IMG_5362.JPG

Άλλωστε, η ιστορία «έγραψε» και δεν... ξεγράφει πως τον Ιούλιο του 1984, στα 30 του χρόνια, εκπροσωπώντας μαζί με τον Θωμά Μαύρο τη χώρα μας στη Μικτή Κόσμου, έλαβε μία τιμή που τον τοποθέτησε εκεί που αδιαμφισβήτητα αξίζει να βρίσκεται: στο πάνθεον του ελληνικού ποδοσφαίρου, όχι ως ο Έλληνας Μαραντόνα ή ως ο Έλληνας Μέσι, αλλά ως ο Βασίλης Χατζηπαναγής!

 
Φάνης Τσοκανάς

www.bnsports.gr 


Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης



0