Μία μεγάλη συνέντευξη, μία απίθανη ιστορία, που το BNSports αποφάσισε να «ξετυλίξει» από την αρχή! Ο Στίβεν Γκρέι είναι ξανά εδώ και ο κόσμος του Περιστερίου, δεδομένα θέλει να μάθει τι συνέβη το 2021. Και εμείς, έχουμε τις απαντήσεις. Μιλά για όλους και για όλα, κάνει λόγο για έναν κύκλο που… ίσως δεν έκλεισε. Αυτό τουλάχιστον του λέει ο γιος του!
Τον θυμάστε. Δεν γίνεται να μην τον θυμάστε… Ο Στίβεν Γκρέι είναι ένας παίκτης που άφησε «εποχή» στο Περιστέρι. Ένας παίκτης που ήρθε… ξαφνικά, συνδέθηκε με τον κόσμο της ομάδας, ταυτίστηκε με τον σύλλογο και αγωνίστηκε στην Ευρώπη. Ένας αδιανόητος «τριποντέρ» που σου άρεσε να τον βλέπεις να σουτάρει.
Ήρθε, έφυγε, επέστρεψε και ξαφνικά… χάθηκε. Ελάχιστοι κατάλαβαν για ποιον λόγο έφυγε τόσο γρήγορα από το Περιστέρι, τη δεύτερη φορά.
Και όμως, το BNSportsαποφάσισε τρία χρόνια μετά, να «ξετυλίξει» το «κουβάρι». Και ο Στίβεν Γκρέι ήταν αποκαλυπτικός. Μίλησε για όλους και για όλα, για το Περιστέρι, το Λαύριο, τον κόσμο στην Ελλάδα, την απόφασή του να σταματήσει το μπάσκετ, την ανάγκη να βλέπει τα παιδιά του!
Και κατέληξε σε ένα «μεγάλο ευχαριστώ» και ένα «εις το επανιδείν». Διότι όπως είπε και ο ίδιος, θα ήθελε πολύ, τόσο αυτός, όσο και ο γιος του, να βρεθούν ξανά στα… Δυτικά!
Συνέντευξη στην Τζωρτζίνα Μπασλή
Αρχικά, Στίβεν, θα θέλαμε να σε ρωτήσουμε για το Περιστέρι, διότι εξακολουθείς να έχεις πολλούς θαυμαστές στην Ελλάδα. Ποιες είναι οι πιο έντονες αναμνήσεις σου από την ομάδα;
«Θα έλεγα ότι η πιο έντονη και αξέχαστη στιγμή ήταν η πρόκριση στα πρώτα μας playoff στο Basketball Champions League. Ήταν ένα παιχνίδι στην έδρα μας κόντρα στην Μπάμπεργκ, και όποιος κέρδιζε προκρινόταν. Ήταν ένα παιχνίδι γεμάτο συναισθήματα και ενέργεια, καταφέραμε να επικρατήσουμε στις τελευταίες στιγμές. Αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία λόγω της ανάπτυξης του συλλόγου κατά τα πρώτα δύο χρόνια που ήμουν εκεί. Ήταν η δεύτερη χρονιά μας στην κορυφαία κατηγορία του ελληνικού πρωταθλήματος και η πρώτη ευρωπαϊκή διοργάνωση για τον σύλλογο μετά από αρκετά χρόνια. Έτσι, το να είμαι μέρος αυτού του ταξιδιού και να σημειώσω τον κρίσιμο πόντο που μας έδωσε το προβάδισμα ,θα είναι μια ανάμνηση που θα κρατώ πολύ κοντά στην καρδιά μου.»
Υπάρχει κάποια ιδιαίτερη στιγμή που θυμάσαι, εκτός παρκέ; Πώς σου φάνηκε η Ελλάδα;
«Ναι, όσον αφορά εκτός γηπέδου, απόλαυσα στιγμές κανονικής ζωής. Ένα παράδειγμα είναι το να φιλοξενώ κάποιους από τους Αμερικανούς συμπαίκτες μου για σπιτικά γεύματα με την οικογένειά μου ή να περνάω χρόνο με τους Έλληνες συμπαίκτες μου που έγιναν φίλοι με τα χρόνια. Ήταν επίσης οι σχολικές εκδηλώσεις της κόρης μας, που τα προηγούμενα χρόνια, πριν από τον Covid, πήγαινε στο σχολείο «Asteraki» στο Περιστέρι. Ή το να βάζουμε τα παιδιά μας σε αθλήματα και να πηγαίνουμε στις προπονήσεις τους κατά τη διάρκεια της εβδομάδας. Μου άρεσε που δημιουργήσαμε μια ζωή εκτός από το να παίζουμε μπάσκετ όσο ήμασταν εκεί.»
Θα μπορούσες να μας εξιστορήσεις μία ιδιαίτερη ιστορία από το Περιστέρι; Κάτι που συνέβη, θυμάσαι ακόμη και θα μπορούσες να διηγηθείς;
«Μια αγαπημένη ιστορία από το γήπεδο εκείνη την περίοδο, θα ήταν το παιχνίδι κόντρα στη Rytas, όπου κατέρριψα το ρεκόρ πόντων σε ένα παιχνίδι. Αγαπώ αυτή τη στιγμή γιατί είχαμε μια εξαιρετική ομάδα παιδιών, αλλά κυρίως γιατί μοιραζόμουν την πίσω γραμμή με τον Αμπντούλ Γκάντι, που είναι κοντινός φίλος μου. Θυμάμαι ότι έχασα τα πρώτα μου δύο σουτ και ο Αμπντούλ ήρθε κοντά μου κατά τη διάρκεια μιας βολής για να με ρωτήσει πώς αισθάνονταν τα σουτ μου και του είπα ότι ένιωθα πολύ καλά. Από εκείνη τη στιγμή βρήκα τον ρυθμό μου και είχα μια εξαιρετική μέρα!»
Τι συνέβη την δεύτερη φορά που επέστρεψες στο Περιστέρι; Μπορείς να μου πεις τις διάφορες συγκριτικά με την πρώτη περίπτωση;
«Θα έλεγα ότι η κύρια διαφορά μεταξύ των πρώτων χρόνων μου και της δεύτερης φοράς, θα ήταν οι προσδοκίες. Στην πρώτη μου χρονιά γνωρίζαμε ότι πολλοί άνθρωποι δεν περίμεναν πολλά από τον σύλλογο και πιστώνω στη διοίκηση και το staffτο ότι δημιούργησαν ένα πολύ δυνατό ρόστερ και είχαν ένα σχέδιο για να μας βοηθήσουν να βρούμε επιτυχία. Αλλά μαζί με αυτή την επιτυχία ήρθαν και οι προσδοκίες και οι εξωτερικές πιέσεις. Υπήρχε σίγουρα διαφορά στην ενέργεια γύρω από τον σύλλογο!»
Πόσο εύκολο ήταν να επιστρέψεις στην Ελλάδα και να αποχωρήσεις σύντομα; Τι σκέφτηκες, ήσουν σίγουρος για αυτό που πας να κάνεις;
«Ήταν πολύ δύσκολο να επιστρέψω και να φύγω. Υπήρχε μια ισχυρή πιθανότητα και επιθυμία να επιστρέψω ξανά. Τόσο πολύ, που άφησα κάποια προσωπικά αντικείμενα εκεί, νομίζοντας ότι θα γύριζα να τα πάρω! Δεν ήμουν σίγουρος για τα σχέδιά μου ή το μέλλον μου όταν έφυγα την τελευταία φορά, αλλά αυτή είναι η ζωή που έχουμε συνηθίσει ως διεθνείς μπασκετμπολίστες!»
Θα ήθελες μελλοντικά να έρθεις ξανά στην Ευρώπη και την Ελλάδα, σε ρόλο που σχετίζεται με το Περιστέρι;
«Σκέφτομαι την εποχή μου στην Ευρώπη και ειδικά στην Ελλάδα κάθε μέρα. Υπάρχουν πάντα συνεχείς υπενθυμίσεις που με κρατούν συνδεδεμένο με αυτές τις στιγμές και αναμνήσεις. Έτσι, θα ήθελα να επιστρέψω στην Ελλάδα κάποια στιγμή, έστω και μόνο για να περάσω χρόνο με τους φίλους που έκανα, όσο ζούσαμε εκεί.»
Πες μου με τι ασχολείσαι σήμερα στην ζωή σου και πόσο δύσκολο ήταν να αφήσεις το μπάσκετ…
«Όσον αφορά την προπονητική, μόλις αρχίζω αυτό το ταξίδι τώρα. Τα τελευταία καλοκαίρια, πριν από την αποχώρησή μου, είχα προπονήσει μερικούς μαθητές λυκείου και κολλεγίων. Αλλά από τότε που αποσύρθηκα, προπονώ τον γιο μου που είναι επτά ετών για κάποιο διάστημα και θα προπονώ την κόρη μου για πρώτη φορά αυτή την ερχόμενη χρονιά, καθώς θα είναι 10. Απολαμβάνω τον χρόνο που περνώ μαζί τους, βοηθώντας τους στον δρόμο τους, ενώ χτίζω τις προπονητικές μου εμπειρίες.
Έτσι, μέχρι να προπονήσω τα παιδιά μου, ποιος ξέρει ποιες ευκαιρίες θα είναι διαθέσιμες; Θα ήταν μεγάλη τιμή να έχω την ευκαιρία να είμαι στο προσωπικό ενός συλλόγου που μου έχει προσφέρει τόσες πολλές αναμνήσεις για μένα και την οικογένειά μου. Ξέρω ότι ο γιος μου θα ψήφιζε να επιστρέψουμε στον Περιστέρι, ακόμη και τώρα μιλάει για το πώς θέλει να παίξει εκεί πριν πάει στο NBA.»
Πες μας περισσότερα πράγματα για την αποχώρησή σου από το μπάσκετ. Πιθανώς, πρόκειται για μία ιστορία που δεν γνωρίζουν πολλοί…
«Η απόφαση να σταματήσω το μπάσκετ ήταν πολύ δύσκολη. Αλλά οι καιροί άλλαζαν. Η οικογένειά μου σταμάτησε να έρχεται στο εξωτερικό μετά τον Covid, οπότε η απομάκρυνση μας βάρυνε όλους μας. Παρόλα αυτά, σχεδίαζα να παίξω μερικά ακόμα χρόνια, αλλά όταν γύρισα σπίτι εκείνο το καλοκαίρι, ένα σχολείο φυλής Αμερικανών ιθαγενών, αναζητούσε έναν Αθλητικό Διευθυντή για να ηγηθεί του αθλητικού του προγράμματος.
Αρχικά είπα όχι, γιατί ήταν ακόμα στην αρχή του καλοκαιριού και κοίταζα προσφορές για να παίξω μπάσκετ, αλλά καθώς περνούσε ο χρόνος και το τέλος του καλοκαιριού πλησίαζε, πήρα την απόφαση να κάνω τουλάχιστον αίτηση. Τελικά, μου προσέφεραν τη θέση, οπότε έπρεπε να ρωτήσω τον εαυτό μου, αν προτιμώ να προσπαθήσω να παίξω τρία ακόμα χρόνια, όπως ήταν το αρχικό μου σχέδιο, ή να ξεκινήσω την καριέρα μου μετά το μπάσκετ σε μια περιοχή που θέλω να είμαι. Και το πιο σημαντικό, να είμαι σπίτι με τα παιδιά καθώς μεγαλώνουν…
Το όνειρό μου είναι να αξιοποιήσω τις εμπειρίες μου στο μπάσκετ και να ανοίξω μια ακαδημία μπάσκετ για τους ντόπιους νέους, δημιουργώντας πόρτες για περισσότερες ευκαιρίες για τους Αμερικανούς ιθαγενείς νέους.
Τώρα είμαι υπεύθυνος για 14 αθλητικές ομάδες και τους προπονητές τους. Ρυθμίζω προγράμματα, συντονίζω ταξίδια, πραγματοποιώ συνεντεύξεις και αξιολογώ προπονητές. Είμαι από την άλλη πλευρά του γραφείου, όταν σκέφτομαι ποιες ήταν οι ευθύνες μου ως παίκτης. Αλλά αυτές είναι όλες σημαντικές δεξιότητες που μπορώ να μάθω τώρα και σίγουρα θα με βοηθήσουν καθώς συνεχίζεται το νέο μου ταξίδι».
Τέλος, υπάρχει κάποιο μήνυμα που θα ήθελες να στείλεις στον κόσμο του Περιστερίου και του Λαυρίου;
«Στους φίλους και τους φιλάθλους που είναι εκεί έξω, το μεγαλύτερο πράγμα που μπορώ να πω είναι… ευχαριστώ.»