Retro Stories

Αμπέμπε Μπικίλα: Ο Μαραθωνοδρόμος που πήρε ξυπόλητος χρυσό μετάλλιο και ξαναπήρε με… παπούτσια!

Αμπέμπε Μπικίλα: Ο Μαραθωνοδρόμος που πήρε ξυπόλητος χρυσό μετάλλιο και ξαναπήρε με… παπούτσια!

«Για εμάς τους μαραθωνοδρόμους, ειδικά ο τερματισμός είναι η ύψιστη ικανοποίηση. Σαν τα Πάθη του Χριστού. Και αυτό γιατί επί 42 χιλιόμετρα και 195 μέτρα περνάμε μέσα από μια πλειάδα παθών και υποφέρουμε, όπως ο Χριστός. Και στο τέλος είναι η ανάσταση», είχε επισημάνει εύστοχα ο μαραθωνοδρόμος Στυλιανός Πρασσάς. Και αυτό το συναίσθημα το είχε βιώσει στο ζενίθ ο Αμπέμπε Μπικίλα ο οποίος μολονότι ξυπόλητος, κατέκτησε χρυσό μετάλλιο σε Μαραθώνιο Ολυμπιακών Αγώνων!

Γράφει ο Παναγιώτης Ιωάννου

Στον πλανήτη υπάρχουν λίγοι εκλεκτοί άνθρωποι που αν και πήραν πρόωρα το δρόμο προς τον ουρανό, πριν φύγουν από το μάταιο τούτο κόσμο, άφησαν τέτοιο αποτύπωμα για το οποίο θα μνημονεύονται αιώνες. Πόσοι άραγε άλλωστε μπορούν να ισχυριστούν ότι από το πιο μαύρο σκοτάδι, από την απόλυτη ένδεια, από το δύσβατο μονοπάτι του αγώνα για επιβίωση έφτασαν μέχρι το ξέφωτο της καταξίωσης και μεταμορφώθηκαν σε πρότυπα για τους συμπατριώτες τους; Ελάχιστοι, μα ο Αμπέμπε Μπικίλα αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα.

Γεννήθηκε στο χωριό Γιάτο της βόρειας Σόβαστις 7 Αυγούστου 1932, εκεί όπου η συντριπτική πλειοψηφία των δήθεν πολιτισμένων Ευρωπαίων αντιμετωπίζει τους ανθρώπους σαν πολίτες ενός κατώτερου Θεού. Στην Αιθιοπία. Μάλιστα, την ίδια ημέρα που αντίκρισε το πρώτο φως διεξαγόταν ο Μαραθώνιος των Ολυμπιακών Αγώνων του Λος Άντζελες, σε μια σύμπτωση, η οποία μάλλον δεν μπορεί να χαρακτηριστεί τυχαία.

Το λιπόσαρκο, ψηλόλιγνο, καχεκτικό παλικαράκι από την πρώτη στιγμή χρειάστηκε να υπερκεράσει αρκετούς σκοπέλους, με πρωταρχικότερο τη φτώχεια. Λόγω αυτής,αναγκάστηκε να βοηθάει τον βοσκό πατέρα του.Φύσει ενεργητικός και αεικίνητος, με τη φλόγα της παιδικής αθωότητας να καίει στα μάτια του, ο αθλητισμός μετατράπηκε στη δική του σανίδα σωτηρίας, ώστε να μην πνιγεί από τα πάμπολλα προβλήματα της καθημερινότητας.

Λίγο πριν διαβεί το κατώφλι της ενηλικίωσης, συγκεκριμένα στα 17, έχοντας ολοκληρώσει επιτυχώς τη φοίτησή του στο τοπικό εκκλησιαστικό σχολείο, κίνησε για άλλες πολιτείες, ειδικότερα, για την πρωτεύουσα Αντίς Αμπέμπα. Ως κύριος γνώμονας σε αυτή του την απόφαση, λειτούργησε η επιθυμία του να καταταχθεί στη φρουρά του αυτοκράτορα της χώρας Χαϊλέ Σελασιέ.

Παρόλα αυτά, τα οφέλη από τη συγκεκριμένη επιλογή υπήρξαν πολύπλευρα, καθώς ένα μικρό χωριό στερείτο φυσιολογικά μεγάλης προβολής συγκριτικά με την πρωτεύουσα, με συνέπεια να είναι πολύ ευκολότερο να ανιχνευθεί ένας φέρελπις αθλητής. Εκείνο το διάστημα, η στρατιωτική ηγεσία της χώρας προχώρησε στη διεξαγωγή αθλητικών αγώνων για τρία σώματα ασφαλείας.

Ο περί ου ο λόγος συμμετείχε στο αγώνισμα του Μαραθωνίου των πρώτων Ετήσιων Εθνικών Αθλητικών Στρατιωτικών Αγώνων της Αιθιοπίας το οποίο εξελίχθηκε στο παλκοσένικο που χρειαζόταν για να λάμψει. Έκοψε πρώτος το νήμα σε 2 ώρες, 39 λεπτά και 50 δευτερόλεπτα και ο Όνι Νίσκανεν, προπονητής που προσελήφθη λίγο καιρό νωρίτερα από τους κυβερνώντες με βασική αρμοδιότητα να βολιδοσκοπήσει πληθώρα νεαρών και να ανακαλύψει αθλητικά «διαμάντια», εντυπωσιάστηκε!

Βαδίζοντας στη λεωφόρο των θριάμβων!

Πλέον, το νερό είχε μπει στο αυλάκι. Ο Σουηδός, Όνι Νίσκανεν, ανέλαβε εξ' ολοκλήρου το δύσκολο έργο να καλλιεργήσει το ταλέντο του Μπικίλα και να τον οδηγήσει ψηλά. Μέσα από συνεχείς και εξαντλητικές προπονήσεις, ωστόσο, ο Αιθίοπας δρομέας άγγιξε τη δική του «Γη της Επαγγελίας»: Προκρίθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1960 στη Ρώμη.

Εντούτοις, η ατυχία έμελλε να του χτυπήσει την πόρτα στο χειρότερο δυνατό σημείο. Δύο ζευγάρια παπούτσια είχε ο Μπικίλα προτού ξεκινήσει η μεγαλύτερη γιορτή του αθλητισμού στη Ρώμη. Το πρώτο ουσιαστικά καταστράφηκε κατά τη διάρκεια προπόνησης,ενώ το δεύτερο ζευγάρι τον στένευε αφόρητα. Φυσικό επακόλουθο ήταν τα πόδια του να γεμίσουν φουσκάλες.

Ενώ τα σύννεφα στον ορίζοντα πύκνωναν, προέβη σε μια ασυνήθιστη ενέργεια! Αποφάσισε να τρέξει στο μαραθώνιο ξυπόλητος!



Έχοντας να ανταγωνιστεί σπουδαίους αντιπάλους στη μεγάλη κούρσα, όπως το φαβορί, Σοβιετικό, κάτοχο του παγκόσμιου ρεκόρ, Σεργκέι Ποπόφ, τον Μαροκινό Ραντί Μπεν Αμπντεσελάμ, αλλά και έτερους αξιόλογους, εκκινούσε από την αφετηρία ως αουτσάιντερ με απτό μειονέκτημα έναντι των υπολοίπων.

Σε κάθε περίπτωση, το ειδυλλιακό τοπίο της διαδρομής προβλεπόταν να αποζημιώσει τους φυσιολάτρες. Λόγω της αποπνικτικής ζέστης, ο αγώνας ξεκίνησε αργά το απόγευμα, όπερ σήμαινε ότι τα τελευταία δέκα χιλιόμετρα θα γίνονταν κυριολεκτικά τη νύχτα.

Απέναντι σε όλες τις αντιξοότητες, ο ανυπόδητος Αιθίοπας σε μια φαντασμαγορική παράσταση σκαρφάλωσε στην «Αψίδα του Θριάμβου» του δρομικού στερεώματος. «Κερασάκι στην τούρτα» το γεγονός ότι κατέγραψε τότε στο αγώνισμα νέο παγκόσμιο ρεκόρ! Το εισιτήριο για το πέρασμα από τις πύλες της αθλητικής αθανασίας είχε τυπωθεί με χρυσά γράμματα: 2 ώρες 15 λεπτά, 16 δευτερόλεπτα έγραφε, «τσαλαπατώντας» την κατά οκτώ λεπτά προγενέστερη καλύτερη επίδοση.



Από ήρωας... όμηρος

Κατά την επιστροφή του στα πάτρια εδάφη ο Σελασιέ αποδείχθηκε ιδιαίτερα κιμπάρης μαζί του. Τον τίμησε με τον Σταυρό της Αιθιοπίας, ενώ ως ένδειξη ευγνωμοσύνης τού απένειμε τον τίτλο του δεκανέα της Αυτοκρατορικής Φρουράς. Επίσης, του έκανε δώρο ένα αυτοκίνητο και ένα σπίτι.

Όμως, στις 13 Δεκεμβρίου του 1960 συνέβη κάτι αναπάντεχο. Ενώ ο αυτοκράτορας βρισκόταν στη Βραζιλία, ένα κομμάτι της Βασιλικής Φρουράς με επικεφαλής τον Μενγκίτσου Νίγουαϊ, προχώρησε σε ένα… δημοκρατικότατο πραξικόπημα, στέφοντας αυτοκράτορα τον μεγαλύτερο αδελφό του Σελασιέ, Ασφά Βοσέν.

Αν και το πραξικόπημα εν τέλει δεν κατέστη εφικτό, ο Μπικίλα συνελήφθη και κρατήθηκε ως όμηρος παρότι δεν είχε την παραμικρή σχέση. Τα γραφόμενα εθνικής εφημερίδας της εποχής «Ο Αμπέμπε χρωστάει τη ζωή του στο χρυσό μετάλλιο», συνοψίζουν την απύθμενη τύχη του μέσα στην… ατυχία του.

Δεύτερο χρυσό

Ύστερα από τις παραπάνω εξελίξεις, ο Μπικίλα ξεκίνησε εκ νέου τις προπονήσεις. Το 1961 αναδείχθηκε νικητής στον κλασσικό μαραθώνιο της Αθήνας τρέχοντας ξανά ξυπόλητος. Συμμετείχε και σε άλλους αγώνες με σκοπό τη βέλτιστη προετοιμασία για το μεγάλο στόχο: τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο το 1964.

Ωστόσο, περίπου ένα μήνα πριν το ιστορικό ραντεβού, ένιωσε ισχυρούς πόνους και εισήχθη εσπευσμένα στο νοσοκομείο για αφαίρεση σκωληκοειδίτιδας. Ο δυσοίωνος αέρας βάλθηκε να πνέει από νωρίς, αφού οι μετεγχειρητικές προβλέψεις για την επάνοδο δεν ήταν διόλου ενθαρρυντικές.

Στον αντίποδα, η σιδερένια θέληση του πρωταγωνιστή να υπερασπιστεί τα σκήπτρα του θα υποσκέλιζε όλα τα προσκόμματα. Σε τέτοιο βαθμό είχε εμποτιστεί η σκέψη του με το αίσθημα της πάση θυσία συμμετοχής του, που ο αδύνατος δρομέας ξεγλιστρούσε από τα άγρυπνα βλέμματα των ιατρών και έτρεχε κρυφά τις νύχτες στο προαύλιο του νοσοκομείου στο οποίο νοσηλευόταν.

Ο Μπικίλα έκανε πράξη την εσωτερική του δέσμευση και εμφανίστηκε - με παπούτσια αυτή τη φορά - στους Ολυμπιακούς του Τόκιο το 1964. Για μια ακόμα φορά ανακηρύχθηκε θριαμβευτής με χρόνο 2 ώρες 12 λεπτά και 11 δευτερόλεπτα, βελτιώνοντας κατά τι το δικό του ρεκόρ. Παράλληλα, αναγορεύτηκε ως ο πρώτος αθλητής που επικρατούσε σε δύο συνεχόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες στον Μαραθώνιο!

Απονεμήθηκε στον θριαμβευτή εκ νέου ένα καινούργιο αυτοκίνητο επί τιμή. Ένας «Σκαραβαίος».

ΦΩΤΟ_1_ΑΜΠΕΜΠΕ_ΜΠΙΚΙΛΑ1.jpg

Το 1968 ήταν έτοιμος να γράψει για μια ακόμα φορά ιστορία στην Ολυμπιάδα του Μεξικού, αλλά ένας τραυματισμός που κουβαλούσε από προηγούμενο αγώνα άφησε ημιτελή την προσπάθειά του και εγκατέλειψε.

Τετραπληγικός σε μια στιγμή

Επειδή σε μερικές στιγμές όμως η ίδια η ζωή δείχνει να είναι υπερβολικά γενναιόδωρη, φροντίζει συγχρόνως να μας θυμίζει πως λίγα δευτερόλεπτα αρκούν για να γκρεμιστούν τα πάντα σαν κάστρο που σωριάζεται στην άμμο.

Την 22η Μαρτίου 1969 ο Μπικίλα βρισκόταν καθ' οδόν με τον «Σκαραβαίο» του, αλλά έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου, πέφτοντας σε ένα χαντάκι. Αφού τον απεγκλώβισαν, λίγο αργότερα φανερώθηκε το μέγεθος της ζημιάς. Ήταν πια τετραπληγικός. Με τιτάνια προσπάθεια στο νοσοκομείο επανέκτησε την κίνηση των χεριών του.

Δυστυχώς, το δυσάρεστο συμβάν έθεσε βίαια τέλος στα όνειρα του χαρισματικού Αιθίοπα για συνέχεια στη συλλογή Ολυμπιακών μεταλλίων.

Πάντως, παρόλο το φρικτό συμβάν δεν σταμάτησε στιγμή να αγαπά τον αθλητισμό, ενώ συμμετείχε σε αγώνες τοξοβολίας και επιτραπέζιας αντισφαίρισης ΑμεΑ.

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972 στο Μόναχο παρευρέθηκε ως επίτιμος προσκεκλημένος. Άφησε την τελευταία του πνοή στις 25 Οκτωβρίου 1973, μόλις στα 41, από εγκεφαλική αιμορραγία, συνέπεια του τραγικού ατυχήματος. Το στάδιο της Αντίς Αμπέμπα έλαβε μετά θάνατον το όνομά του. Κηδεύτηκε με στρατιωτικές τιμές και στη νεκρώσιμη ακολουθία παραβρέθηκαν περισσότεροι από 60.000 άνθρωποι.

www.bnsports.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης



0